Σχιζοφρένεια
Η πιθανότητα κάποιος να εκδηλώσει σχιζοφρένεια κατά την διάρκεια της ζωής του είναι 1%. Συνήθως πρωτοεμφανίζεται σε σχετικά νεαρή ηλικία (18-30 ετών) και με ίση συχνότητα σε άνδρες και γυναίκες. Όπως και στην πλειοψηφία των ασθενειών της ψυχικής σφαίρας, έτσι και στην σχιζοφρένεια, η αιτιολογία είναι πολυπαραγοντική. Σύμφωνα με το μοντέλο “προδιάθεση – stress”, άτομα με κληρονομική ευαλωτότητα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στην επίδραση διαφόρων ψυχογενών, κοινωνικών και βιολογικών παραγόντων, με τελικό αποτέλεσμα την εκδήλωση της νόσου.
Η κλινική εικόνα της σχιζοφρένειας περιλαμβάνει διαταραχές στη ροή και στο περιεχόμενο της σκέψης (παραληρητικές ιδέες δίωξης, συσχέτισης, επίδρασης), διαταραχές της αντίληψης (ακουστικές ψευδαισθήσεις κυρίως) καθώς και διαταραχές του συναισθήματος και της ψυχοκινητικότητας (αμφιθυμία, αδιαφορία, απάθεια). Ένα ιδιαίτερα συχνό σύμπτωμα της ψύχωσης είναι η έλλειψη εναισθησίας, δηλαδή ο ασθενής αδυνατεί να αποδεχθεί ότι είναι άρρωστος και να κατανοήσει ότι τα συμπτώματα οφείλονται στη νόσο, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά την πρόγνωση.
Η σύγχρονη θεραπευτική αντιμετώπιση της σχιζοφρένειας περιλαμβάνει την φαρμακευτική αγωγή (αντιψυχωτικά φάρμακα), την ατομική ψυχοθεραπεία, την ψυχοκοινωνική αποκατάσταση και τέλος την υποστήριξη από και προς την οικογένεια του ασθενή.
[apss_share]